θάττονα

θάττονα
θά̱ττονα , θάσσων
neut nom/voc/acc comp pl (attic)
θά̱ττονα , θάσσων
masc/fem acc comp sg (attic)
θά̱ττονα , ταχύς
swift
neut nom/voc/acc comp pl (attic)
θά̱ττονα , ταχύς
swift
masc/fem acc comp sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ρυθμός — Συμμετρική περιοδικότητα μέσα στον χρόνο. Στη μουσική ιδιαίτερα, τέχνη που βασικά εξελίσσεται μέσα στη διάσταση του χρόνου, ο ρ. είναι το ουσιαστικότερο συστατικό της στοιχείο –ίσως μάλιστα και να υπήρξε η πρώτη πηγή της– που γίνεται αισθητό με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”